GR2230004 – Νήσοι Παξοί και Αντίπαξοι

GR2230004 – Νήσοι Παξοί και Αντίπαξοι

Περιγραφή της περιοχής

Η περιοχή GR2230004 – Νήσοι Παξοί και Αντίπαξοι χαρακτηρίζεται ως Ειδική Ζώνη Διατήρησης (ΕΖΔ ή Special Areas of Conservation – SAC) και η συνολική της έκταση ανέρχεται σε 56,5 km2 . Τμήμα της περιοχής Natura, έκτασης 24,51 km2 , εμπίπτει στη λεκάνη Κέρκυρας-Παξών (EL34) του Υδατικού Διαμερίσματος Ηπείρου (EL05), ενώ το υπόλοιπο τμήμα της περιοχής (31,99 km2 ) εμπίπτει σε θαλάσσια περιοχή. Όσον αφορά στο υψόμετρο της περιοχής, το ελάχιστο υψόμετρο ανέρχεται στα 0 m, το μέγιστο είναι 220 m και το μέσο στα 16,75 m.
Η περιοχή συγκροτείται από μια ομάδα ασβεστολιθικών νησιών και νησίδων με βραχώδεις και αποσαθρωμένες ακτές, καθώς και από την θαλάσσια έκταση που περιβάλλει τα νησιά αυτά έως την ισοβαθή των 50 m. Τα μεγαλύτερα νησιά αυτής της ομάδας, Παξοί και Αντίπαξοι, έχουν ενδιαφέρουσα τοπογραφία. Οι Παξοί είναι το μοναδικό νησί του συμπλέγματος το οποίο κατοικείται μόνιμα. Η χλωρίδα της περιοχής αποτελείται από περίπου 450 taxa. Στην πλειονότητά τους (περίπου 65%) πρόκειται για τυπικά μεσογειακά στοιχεία, αλλά 2 είδη και συγκεκριμένα τα Centaurea paxorum και Limonium antipaxorum, είναι τοπικά ενδημικά. Ο κύριος τύπος αυτοφυούς βλάστησης, ο οποίος κυριαρχεί στην περιοχή, είναι οι αειθαλείς θάμνοι, συχνά δενδρόμορφοι, που ανήκουν είτε στην OleoCeratonion (Ceratonia siliqua, Olea europaea, Pistacia lentiscus, Calicotone villosa, Quercus coccifera κτλ.), είτε στην Quercion ilicis (Phyllirea nedia, Phamnus alaternus, Pistacia terebinthus, Arbutus adrachne κτλ.). 

Συστάδες μεσογειακών κωνοφόρων (Juniperus phoenicea, Pinus halepensis, Cupressus sempervirens) δεν είναι σπάνιες και στους δύο παραπάνω τύπους βλάστησης. Οι συστάδες Juniperus phoenicea και Pinus halepensis απαντούν στα βορειοδυτικά και νοτιοανατολικά (νησίδα Μογκονήσι) τμήματα των Παξών, αντίστοιχα.

 Στις βραχώδεις ακτές, η ζώνη βλάστησης χαρακτηρίζεται από την παρουσία φυτικών ειδών που έχουν προσαρμοστεί σε αντίστοιχα περιβάλλοντα (π.χ. Crithmum maritimum, Silene sedoides, Reichardia picroides, Daucus carrota, Brassica cretica, Limonium antipaxorum, Centaurea antipaxorum κτλ.).

 Στο κεντρικό τμήμα του νησιού Παξοί, εξαιτίας των ανθρωπογενών δραστηριοτήτων (πυρκαγιές, ελαιώνες, αμπελώνες κτλ.), παρατηρείται η υποβάθμιση των φυτοκοινωνιών Oleo-Ceratonion και Quercion-ilicis και η υποκατάστασή τους από τον δευτερογενή τύπο βλάστησης των φρύγανων (Coridothymion). Τα μακκί και τα φρύγανα που συναντώνται στην περιοχή των Παξών θεωρούνται αντιπροσωπευτικοί τύποι Μεσογειακής βλάστησης. Οι συστάδες κυπαρισσιών (Cupressus sempervirens) που συναντώνται συχνά σε όλη την έκταση του κυρίως νησιού θεωρούνται επίσης υπολείμματα ενός πρώην δάσους κυπαρισσιών. Αξιομνημόνευτη είναι επίσης η παρουσία 2 τοπικών ενδημικών φυτικών ειδών στον τόπο, των Centaurea paxorum και Limonium antipaxorum, τα οποία χωρίς κανένα δισταγμό πρέπει να συμπεριληφθούν στον κατάλογο Ερυθρών Δεδομένων της Ελληνικής χλωρίδας. Από τα άλλα σημαντικά είδη πανίδας και χλωρίδας της περιοχής, με την αξιολόγηση D αναφέρονται τα παρακάτω taxa και για τους εξής λόγους: 1) Η Hyoseris radiata είναι ένα σημαντικό από βιογεωγραφική σκοπιά είδος αφού έχει μια ιδιόμορφη γεωγραφική εξάπλωση στην Ελλάδα (είναι γνωστό κυρίως από μικρές νησίδες της περιοχής του Αιγαίου και της Κρήτης). 2) H Orcis coriophora αναφέρεται επειδή όπως αρκετά ορχειοειδή είναι ένα όμορφο και ενδιαφέρον είδος. Η πανίδα αυτού του νησιωτικού τόπου αξιολογείται κυρίως από την παρουσία της μεσογειακής φώκιας Monachus monachus και του ρινοδέλφινου Tursiops truncatus, τα οποία περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙ της Οδηγίας 92/43/EEC. Το πρώτο taxon είναι είδος προτεραιότητας αυτής της Οδηγίας που αναφέρεται επίσης στο ελληνικό Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων στα “Κινδυνεύοντα” είδη. Μολονότι δεν υπάρχουν αρκετά ποσοτικά στοιχεία, είναι γνωστό ότι μία πολύ μικρή αποικία φώκιας καταλαμβάνει τις απότομες βραχώδεις ακτές των δύο νησιών αυτού του τόπου, και ειδικότερα αυτές των δυτικών τμημάτων τους. Το είδος T. truncatus όπως και τα άλλα δελφίνια της Μεσογείου βρίσκονται σε υποβάθμιση, ειδικά κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, και σύμφωνα με ολοκληρωμένες μελέτες της IUCN, βρίσκονται σε άμεση ανάγκη αποτελεσματικής προστασίας. Η υπόλοιπη πανίδα των σπονδυλωτών, εκτός από πουλιά, που μπορεί να θεωρηθεί σημαντική, περιλαμβάνει το ζωνοδέλφινο Stenella coeruleoalba και ορισμένα είδη ερπετών. Το προαναφερόμενο δελφίνι είναι από τα “Τρωτά” ελληνικά είδη. Τα είδη αυτά προστατεύονται από τη Σύμβαση της Βέρνης, ενώ το ζωνοδέλφινο και από τη Σύμβαση CITES. Η σαύρα Agama stellio και το φίδι Elaphe longissima έχουν αξιολογηθεί από το Πρόγραμμα CORINE-Biotopes. Επίσης όλα, εκτός από το ζωνοδέλφινο, προστατεύονται από την ελληνική νομοθεσία (Προεδρικό Διάταγμα 67/1981), λαμβάνοντας την αξιολόγηση D για το λόγο αυτό. Υπάρχουν όμως επιπρόσθετοι λόγοι που δικαιολογούν την ίδια αξιολόγηση για μερικά είδη. Συγκεκριμένα, ένα είδος ιδιαίτερου ενδιαφέροντος είναι το κροκοδειλάκι Agama stellio, όχι μόνο επειδή τα βόρεια Ιόνια νησιά (Κέρκυρα και Παξοί) είναι το βορειοδυτικότερο όριο της Ευρωπαϊκής του εξάπλωσης, αλλά επίσης επειδή οι πληθυσμοί αυτών των νησιών είναι μικροί και τελείως απομονωμένοι από όλους τους υπόλοιπους που εξαπλώνονται στην περιοχή του Αιγαίου. Η σαύρα Algyroides nigropunctatus είναι ενδημική των Βαλκανίων. 

Επιπλέον, οι Παξοί είναι ένα από τα πολύ λίγα μεσογειακά νησιά που κατοικούνται και από τα δύο είδη πράσινων σαυρών Lacerta trilineata και Lacerta viridis. Αυτός ο τόπος, που θεωρείται Σημαντική Περιοχή για τα Πουλιά της Ελλάδας (ΣΠΠΕ), βρίσκεται στην κύρια οδό μετανάστευσης των πουλιών στη δυτική Ελλάδα. Αρκετά σημαντικά είδη πουλιών χρησιμοποιούν αυτά τα νησιά ως καταφύγιο ή σταθμό κατά τη διάρκεια της μετανάστευσης. Τα νησάκια αυτής της περιοχής είναι επίσης σημαντικά εξαιτίας της παρουσίας αποικιών θαλάσσιων πουλιών.